τριιωδιοθυροξίνη(T3)
τετραιωδιοθυροξίνη(T4)
Η συνιστώμενη ημερήσια δόση ιωδίου είναι 150μg για τους ενήλικες και 200μg κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Το ιώδιο που λαμβάνεται με τη τροφή, το νερό ή με φαρμακευτική αγωγή απορροφάται γρήγορα, ο θυρεοειδής αδένας χρησιμοποιεί περίπου 75μg ημερησίως για τη σύνθεση και έκκριση των θυρεοειδικών ορμονών ενώ το υπόλοιπο αποβάλλεται με τα ούρα. Αν η λήψη ιωδίου αυξηθεί, η ποσότητα που δεσμεύεται από το θυρεοειδή αδένα μειώνεται.
Ατυχήματα από την έκρηξη πυρηνικών αντιδραστήρων, όπως αυτά του Τσερνόμπιλ το 1986 και το πρόσφατο της Φουκουσίμα απελευθερώνουν μεγάλες ποσότητες από ραδιοϊσότοπα ιωδίου(131 – I, 132 – I, 134 – I, 135 – I) τα οποία μολύνουν το περιβάλλον(αέρας, νερό, γη) και κατά συνέπεια τα τρόφιμα. Μόλις τα ραδιοϊσότοπα ιωδίου φθάσουν στο αίμα συσσωρεύονται στο θυρεοειδή αδένα σε υψηλές συγκεντρώσεις Ο θυρεοειδής αδένας συσσωρεύει ποσότητες ραδιενεργού ιωδίου αντιστρόφως ανάλογες από τη μάζα του με αποτέλεσμα οι μικροί αδένες των παιδιών συσσωρεύουν περισσότερο ραδιενεργό ιώδιο από αυτούς των ενηλίκων. Μετά το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ τα παιδιά μικρότερα των έξι ετών, τα νεογέννητα αλλά και εκείνα που βρίσκονταν ακόμα σε εμβρυϊκή φάση(το ραδιενεργό ιώδιο διαπερνά τον πλακούντα) παρουσίασαν υψηλότερα ποσοστά καρκίνου του θυρεοειδή σε σχέση με τους ενήλικες.
Η περίοδος ανάμεσα στην έκθεση στη ραδιενέργεια και τη διάγνωση της παθολογίας κυμαίνεται σε περίπου 4 με 5 χρόνια.
Πηγή:
L’essenziale di Biologia, Neil A.Campbell, Jane B. Reece, Eric J. Simon
Farmacologia Generale e Clinica, Katzung
http://www.informasalus.it
http://www.wikipedia.org